Τα απομινάρια ενός αρχοντικού σπιτιού αγγαλιασμένου από κισσούς και πυκνή βλάστηση βρίσκονται επάνω στο κεντρικό δρόμο του Αλμυρού στη βόρεια Κέρκυρα. Οι θρύλοι και οι αλήθειες για την ιστορία του είναι στενά συνδεδεμένα.
Η αρχοντική οικία με το πέρασμα των χρόνων δεν έχασε ούτε στιγμή την φορτισμένη αύρα και την επιβλητικότητα της στο χώρο.
έχει διαδεχθεί την ιστορία η κάθε γενιά που έχει ζήσει σε εκείνο τον τόπο,
μιλά για ένα στοιχειωμένο χώρο όπου ήταν παρόλα αυτά κατοικίσιμος από την αρχοντική οικογένεια, και όπως φαίνεται δεν την ενοχλούσε κανένα από τα υποτιθέμενα πνεύματα που θεωρούσαν οι χωριανοί ότι πολιορκούσαν το σπίτι. Φημολογείται πως όσοι εισήλθαν τα χρόνια εκείνα στο χώρο δεν ξαναβγήκαν ποτέ, και έτσι το αρχοντικό στο νου τους φάνταζε δυσοίωνο, επικίνδυνο και απειλή για τους υπόλοιπους κατοίκους.
Κατά τις πολεμικές περιόδους οι κάτοικοι μερικών χωριών φοβούμενοι ότι οι εχθροί θα τους δηλητηρίαζαν το νερό του πηγαδιού, περνόντας από το τόπο τους, για να τους θανατώσουν, άρχισαν να κάνουν τα πηγάδια εσωτερικά της οικίας τους ώστε να μην είναι προσβάσιμο στο κάθε διερχόμενο.
ο συγγραφέας Ιάκωβος Πολυλάς απόγονος της οικογένειας σε δίαφορα διηγήματα του περιγράφει ιστορίες και θρύλους που σίγουρα οι βάσεις τους έχουν αρκετές δόσεις αλήθειας για τους οίκους και την προέλευση του γένους του.
Μέσα απο το διήγημα του, Τα τρία φλωριά, δίνει και το πρώτο στίγμα της οικογένειας του στο νησί της Κέρκυρας. Με φτωχικές καλύβες να κάνουν τη παρουσία τους και χωρικούς που προσπαθούν να ζήσουν σπέρνοντας σε τραχείς τόπους το λιγοστό σιτάρι τους. Εκεί παρουσιάζει για πρώτη φορά τους γενάρχες της οικογένειας του να καταφτάνουν με το μεγάλο τους πλοίο, χαρακτηρίζοντας το θεοκάραβο, και τους κατοίκους του νησιού να ειδοποιούν για τον ερχομό του τους συντοπίτες, ως επερχόμενη απειλή, ώστε να φυλαχτούν και να φύγουν μακρια με τις οικογένειες και τα κοπάδια τους για να γλιτώσουν, καθώς το νησί γινόταν συχνά θύμα πειρατών.
Το μεγάλο πλοίο προσάραξε κοντά στα ανοιχτά και κατέβασε μια βάρκα στην οποία επιβιβάστηκαν ένας νεαρός με έναν ιερέα. Στο λιμάνι φαινόταν ένας ντόπιος ατρόμητος νεαρός να τους περιμένει ώστε να δει τις προθέσεις τους. Το πλόιο ήταν γεμάτο σιτάρι, χρυσάφι και τις γνώσεις ώστε να βοηθήσουν οι ξενόφερμένοι να εξελιχθεί ο πολιτισμός και η ζωή των κατοίκων, ζητώντας, συγχρόνως, ταπεινά ένα μέρος να μείνουν καθώς ήταν διωγμένοι από το τόπο τους.
Έτσι και έγινε, σύμφωνα με το διήγημα, οι άνθρωποι εξελίχθηκαν προς το καλύτερο, καθώς τροφοδοτήθηκαν με νέες γνώσεις, χρήματα, τεχνικές καλλιέργειας της γης και νοοτροπίες. Αυτό συνεχίστηκε για πολλές γενεές, οι πλούσιοι άνθρωποι που έφτασαν στο νησί έδωσαν τη κόρη τους στο θαρραλέο νέο που τους πρωτο υποδέχτηκε στο ακρογιάλι και εκείνη ήταν η ρίζα της οικογένειας. 📖
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης η βυζαντινή οικογένεια εγκατέληψε το τόπο της και εγκαταστάθηκε στο νησί της Κέρκυρας. Γενάρχης της οικογένειας ήταν ο κληρικός Νικόλαος Πολυλάς ο οποίος εποίμενε στην εκκλησία της Κέρκυρας επί δεκαετία ( 1490-1500 )📜.
Μετά από γενιές ευημερίας υπήρχαν και κληρονόμοι άδικοι, χωρίς ίχνος ομόνοιας. Το γένος διαχωρίστηκε σε πλούσιους οίκους και φτωχούς κάτι όμως που δε στάθηκε εμπόδιο στο να είναι ευγενείς στη κουλτούρα και όχι στο πλούτο.
Η λατινογενής λέξη Σαγράδο είναι ουσιαστικοποιημένο επίθετο και σημαίνει ιερό. Sagrato στην ιταλική είναι είναι ο ιερός και αμόλυντος χώρος, το άδυτο, κάτι που δεν παραβιάζεται, το υπόγειο με τη μυστική του έννοια. Το Σαγράδο, όπως διαβάζουμε στο βιβλίο του Καραμούτσου για τις αρχοντικές αγροικίες-υποστατικά, είναι σχετικό με το θρύλο του <<ασύλου>>.
Ως <<άσυλο>> θεωρούνταν το δικαίωμα που παραχωρούσαν οι Βενετοί σε κάθε φυγόδικο, που κατέφευγε στο αρχοντικό ενός άρχοντα. Την άδεια αυτή λέγεται ότι την είχε εκχωρήσει η Γαληνοτάτη δημοκρατία του Αγίου Μάρκου επιλεχτικά σε ορισμένους άρχοντες, όπως στις οικογένειες Τριβόλη στη νότια Κέρκυρα, Ανδρουτέλη, Σορδίνα, Κουρκουμέλη, Γιαλλινά-Σπαθά στη μέση Κέρκυρα, Πολυλά, Μοτσανέγα, Ριβέλλη και Θεοτόκη Καλοκαρδιάρη στη βόρεια Κέρκυρα.
Πρόκειται για υπόγειους χώρους, χαμηλού ύψους, ανάερους ,ανήλιους, στενούς (συνήθως 3 με 4 τ.μ.), στοώδεις, κτισμένους με ογκώδεις πέτρες και προπάντων ηχομονωμένους, που κλείνονται ερμητικά με διπλή και σπανίως μονή φρουριακού πάχους και κατασκευής πόρτα.
Όσα Σαγράδα βρισκόταν στα υπόγεια των αρχοντικών επικοινωνούσαν με καταπακτές. Όλα δείχνουν ότι επρόκειτο για φυλακές στις οποίες οι καταδιωγμένοι κατέληγαν σε λίγη ώρα από ασφυξία.
Από λαϊκές παραδόσεις, αλλά και αφηγήσεις απογόνων πάλαι ποτέ ευγενών έγινε γνωστό ότι κάθε λογής φυγόδικοι του κοινού και ποινικού δικαίου καταφεύγονταν στα αρχοντικά που παρείχαν προστασία, αρκούσε να αγγίξουν το ρόπτρο στη πόρτα της αυλής και η καταδίωξη απο την αστυνομία των κατακτητών έπαυε.
Όσοι φυγόδικοι είχαν διαπράξει μικροαδικήματα, εντάσσονταν ισοβίως στους δούλους του κόντε ή βαρόνου, ενώ οι ληστές και οι εγκληματίες, σύμφωνα πάντοτε με την απόφαση του άρχοντα, κλείνονταν στη φοβερή φυλακή. Έτσι οι θλιβεροί αυτοί χώροι αποτρόπαιων μαρτυρίων φαίνεται ότι λειτουργούσαν εκκαθαριστηκά για πάρα πολλούς ανθρώπους, που κανείς φυσικός δικαστής δεν ενέκρινε τα παραπτώματα τους. Αποτέλεσαν θεσμό που έσπειρε τον τρόμο, για να <<τελεί η κοινωνία υπνωτούσα>> τουλάχιστον μέχρι του τέλος του 17ου αι. 📚
Από λαϊκές παραδόσεις και μαρτυρίες απογόνων απλών χωρικών φημολογείται πως οι ευγενείς διαχωρίζονταν σε ανθρώπους που είχαν ομόνοια και τηρούσαν το θεσμό του Σαγράδου χωρίς αυτό να υπάρχει ως εγκατάσταση αλλά ως νουθέτημα, στο να μετανοήσουν για τα παραπτώματα που έχουν κάνει, βρίσκοντας τη σωστή στάση ζωής και δουλεύοντας στα κτήματα των αρχόντων που τους έσωσαν όταν βρέθηκαν καταδιωγμένοι. Μιά μικρή πλευρα των ευγενών φημολογείται, όμως, πως χρησιμοποιούσε τους καταδιωγμένους ώς όπλα. Μερικοί ευγενείς λέγεται πως κρατούσαν κοντά τους και συντηρούσαν κάποιους φυγόδοικους ''μαχαιροβγάλτες'' στην αυλή τους ώς όπλα κατά των φτωχών και αδυνάτων που θα βρισκόταν στο δρόμο τους. Σε εκείνη τη πλευρά των ευγενών φημολογείται ότι τα Σαγράδα χρησιμοποιούνταν για τους φτωχούς και αδυνάτους ώστε να δέρνονται και να αφήνονται εκεί εως ότου ξεψυχήσουν. Μαρτυρίες που ακουγόνταν από γενιά σε γενιά σε εκείνα τα μέρη ήταν πως κάποιοι άρχοντες αφού παραχωρούσαν κάποιο δάνειο σε φτωχούς χωρικούς που τύχαινε να έχουν ανάγκη χρημάτων, έβαζαν τους ''δανειολήπτες'' να υπογράφουν έγγραφο που παραχωρούσε μέρος κτημάτων τους σε εκείνους, μέχρις ότου εξοφλήσουν. Έχοντας εξοφλήσει οι ''δανειολήπτες'' την οφειλή τους στον άρχοντα και με το παραπάνω, οι φήμες λένε πως πήγαιναν να πάρουν το έγγραφο ώστε να περάσει ξανά η γη στη κατοχή τους, αλλά έβρισκαν τελικά την απάνθρωπη αντιμετώπιση που ήταν το Σαγράδο ή κάποιο είδους βαθύ πηγάδι. Και με αυτό το τρόπο ο ευγενής έπερνε και το χρηματικό ποσό πίσω καθως και το χωράφι του, αγνοούμενου για τους υπόλοιπους χωρικούς, άτυχου ανθρώπου.
Παράπλευρος με τα Σαγράδα είναι και ο θρύλος του <<Μώρου>>. Του τέρατος , δηλαδή, που οι θρύλοι των χωρικών το φέρουν να κυλάει τα τεράστια λιθάρια των λουτρουβιών των αρχοντικών, για να συνοδεύει ρυθμικά τις οιμωγές των ψυχών όλων εκείνων που αποτέλειωσαν στα επίγεια τάρταρα. Κάτι που όπως έχει, κατά μέρος, αποδειχθεί ότι τα Σαγράδα και ο ρόλος τους δεν ήταν μύθος καθώς υπήρξαν ευρήματα από σκελετούς στριμωγμένους μέσα σε αυτές τι καταπακτές.
Copyright Ελενα Παπάζη
Πηγές:
Ήλιος. 📜
Κερκυραϊκές αρχοντικές αγροικίες Μέσης Κέρκυρας πρώην δήμων Κερκυραίων και Αχιλλείων. Κ.Δ.Καραμούστος. 📚
Τα τρία φλωριά, Ιάκωβος Πολυλάς. 📖
Η συγχώρεσις, Ιάκωβος Πολυλάς.
Μαρτυρία κάτοικου Μεσαριάς βόρειας Κέρκυρας 📼
Μαρτυρία κατοίκων Αχαράβης βόρειας Κέρκυρας 📼
Ιακώβου Πολυλά ,Ανέκδοτα έργα, Παγκράτη-Κούδα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου