Μάχη μεταξύ Βενετών και Τούρκων στην Κέρκυρα, 1716''(Οθωμανικός-Βενετικός Πόλεμος 1714-1718) : η Πολιορκία της Κέρκυρας |
Τους αποκλεισμούς και τις πολιορκίες των Τούρκων στη Κέρκυρα που πραγματοποιήθηκαν από τις 8 Ιουλίου εώς τις 22 Αυγούστου 1716 υπερασπίστηκε η Δημοκρατία της Βενετίας μέσω του Στρατηγού Schulenburg.
Εν μέσω σοβαρών και συνεχών συμβάντων ο Στρατάρχης Schulenburg τον Φεβρουάριο του 1716 μερίμνησε ώστε να εξετάσει με μεγάλη επιμέλεια την κατάσταση του φρουρίου και των οχυρώσεων του νησιού. Βρίσκοντας την δυστυχώς στην ατυχέστερη δυνατή κατάσταση από την παραμέληση.
Το φρούριο στερούνταν της αναγκαίας φρουράς, πολεμοφοδίων, τεχνικών εργαλείων και θάρρους. Οι εξωτερικές πύλες ήταν ανοικτές, τα πυροβόλα κείτονταν στο έδαφος και τα εσωτερικά και εξωτερικά έργα ήταν ατελέστατα.
Η οχύρωση ελλιπής, η φρουρά ασθενούσε και τα εφόδια σπάνιζαν για τη κυβέρνηση του Αγίου Μάρκου. Κατά την αποβίβαση των Τούρκων στο νησί δεν αριθμούσε περισσότερους από 2500 άνδρες στους οποίους προστέθηκαν 3000 Κερκυραίοι.
Επί των τειχών, άνδρες γυναικες ,παιδιά και γέροντες, κληρικοί και αστοί, χριστιανοί και ισραηλίτες, προστρέξανε κατά τις οδυνηρές εκείνες μέρες με όπλα, λίθους και ζέοντος ελαίου, συνέτριψαν τις μαινόμενες ορδές των Τούρκων. Μαζί τους πάντα και ο αγαθός δαίμων του νησιού, να το διαφυλάσσει.
Την 4η Ιουλίου αποσύρθηκαν τα δυο μικρά κάτεργα τα οποία φύλαγαν παρά την Κασσιόπη και ανέφεραν ότι εχθρικός στόλος είχε ήδη εισέλθει στο βόρειο στενό του νησιού. Κατά την 5η ο στόλος εμφανίζεται με 60 και πλέον τετράγωνων ιστίων και πλήθος άλλων μεταγωγικών πλοίων και αποβίβασε 33.000 άνδρες εφοδιασμένους με ισχυρό πυροβολικό και ιππικό καθώς και πλήθος αποσκευών.
Ο Στρατάρχης διάβαζε τις κινήσεις των Τούρκων συνεχώς καθώς εκείνοι μελετούσαν το χώρο και ανάλογα φρόντιζε ώστε να αντιμετωπιστεί κάθε απόφαση επίθεσης του εχθρικού στόλου. Φοβούμενος την επίθεση από θαλάσσης έλαβε προφυλάξεις προς το μέρος αυτό και με απίστευτη ταχυτητα διέταξε να στήσουν μερικά πυροβολεία κατά την επιφάνεια της θάλασσας και ιδιαιτέρως προ της πύλης της Σπηλιάς και το έδαφος του Αγίου Νικολάου.
La difesa di Corfu, 1716 (γκραβούρα) από την Ιταλική Σχολή, (19ος αιώνας) Ιδιωτική συλλογή. |
Ο κίνδυνος αφαίρεσε την υπακοή των πολιτών. Με την εμφάνιση του στόλου η σύγχηση και ο τρόμος του λαού υπερέβει κάθε όριο. Οι υπήκοοι της περιφέρειας Ποταμού, των προαστείων Αγίου Ρόκκου και Μανδουκιού, κατά ομάδες, προσέτρεξαν στην πόλη με τις οικογένειες τους και απαρτίζοντας έναν επικίνδυνο όχλο εξεβίαζαν τις πύλες ,τους φρουρούς και τις διαταγές, και εισήλθαν στο παλαιό φρούριο όπου νόμιζαν πως θα τους παρήχε περισσότερη ασφάλεια. Κατά τη νύχτα συνέβησαν στην πόλη κλοπές, εμπρησμοί, πυροβολισμοί και άλλα σκανδαλώδη ανομήματα.
Έπειτα από μέρες εχθροπραξιών και ενώ οι Βενετοί είναι έτοιμη να συγκρουσθούν με τον οθωμανικό στόλο, ξεσπά καταιγίδα, που προκαλεί ζημιές στους δύο στόλους και στις οχυρωμένες θέσεις των Οθωμανών. Στο χρονικό αυτό διάστημα οι Οθωμανικές δυνάμεις αποχωρούν από τη Κέρκυρα με σύγχηση στην απέναντι ακτή χωρίς επιστροφή.
Η πρόκληση της σύγχησης των Τούρκων αποδόθηκε στον Άγιο Σπυρίδωνα έπειτα από το ξέσπασμα της καταιγίδας και μαρτυριών οι οποίες είχαν να κάνουν με την εμφάνιση του Αγίου στον εχθρικό στόλο. Τόσο ο Schulenburg όσο ο Pisani και άλλοι εκδήλωσαν τότε την ευγνωμοσύνη τους προσφέροντας δώρα στην αγιότητα του.
O Andrea Pisani ήταν γιος δύο διάσημων Βενετών ευγενών, του Gianfrancesco Pisani και της Paolina Contarini. Ωστόσο τα νιάτα του Pisani σημαδεύτηκαν από κάποιες όχι αξιέπαινες ενέργειες. Tο 1682, μαζί με άλλους φίλους του, κορόιδεψε και φέρθηκε άσχημα σε κάποιες καλόγριες. Με εντολή του Συμβουλίου των Δέκα στις 25 Αυγούστου του 1682, επειδή διέπραξε άσεμνες πράξεις κατά των αδελφών της Αγίας Αικατερινής της Παρθένου Μάρτυρος στη Μπρέσια, μια συμπεριφορά που ήταν απολύτως αντιδημοφιλής για τους Ενετους ευγενείς, τον έδιωξαν από τη λιμνοθάλασσα και τον εξόρισαν από τη Βενετία. Ο νεαρός τότε Pisani εντάχθηκε εθελοντικά στις τάξεις του ουγκρικού στρατού και πολέμησε κατά την πολιορκία της Βούδας προκειμένου να λυτρωθεί. Η επιδίωξη της τιμής ήταν κάτι πολύ σημαντικό για τον Βενετό ευγενή. Λυτρωμένος από την αριστοκρατία της λιμνοθάλασσας κατατάχθηκε στην Αρμάδα, τον βενετικό στόλο υπό τη διοίκηση του Pietro Zaguri.
Η ανακατάληψη του κάστρου της Βούδας το 1686, Gyula Benczur |
Ο Pisani συμβουλέυτηκε τον θεολόγο του Φραγκίσκο Φραγγιπάνι στο τι να κάνει ως ευχαριστήρια αμοιβή προς τον Άγιο που να είναι αρεστό και ευαπόδεκτο στην αγιότητα του. Εκείνος του πρότεινε να οικοδομήσει μέσα στο ναό του Αγίου ένα αλτάριο μαρμάρινο για να ακούγεται μέσα στο ναό και μια λατινική λειτουργία. Άρεσε στον Pisani η ιδέα και αμέσως πρόσταξε να ετοιμάζεται η ύλη της οικοδομής. Πριν όμως από αυτό κάλεσε όλους τους κληρικούς και ιερείς ώστε να πάρει και από εκείνους τη συγκατάθεση. Εκείνοι μόλις το άκουσαν, δεν του έδωσαν τη συγκατάθεση που περίμενε και θυμωμένος τους απάντησε πως είναι πάνω από εκείνων η βουλή του, και αμέσως διέταξε να μαζευτεί η ύλη που χρειάζεται για την οικοδόμηση του αλτάριου. Μαζέυτηκαν ασβέστης, γύψος, μάρμαρα εκλεκτής πλάκας για τη Τράπεζα. Την ίδια νύχτα ο Pisani βλέπει στον ύπνο του μορφή μοναχού να του λέει << τι με ενοχλείς και διατί ταράττεις αδίκως τα τέκνα μου, ήξευρε πως τούτο όπου εμελέτησες να κάμης, δε σου συμφέρει..>> . Την επόμενη μέρα καλεί ο Pisani τον θεολόγο του και του εξιστορεί το όνειρο, με τον δεύτερο να τον πείθει ότι είναι πνεύμα κακού δαίμονα το εν λόγω περιστατικό. Την ερχόμενη νύχτα βλέπει πάλι ο Pisani τον ίδιο μοναχό να τον απειλεί << ήξευρε βεβαιότατα, πως αν πειράξεις τον άγιον οίκον μου, θέλεις το μετανοήσεις ότι ουδέν όφελος >>. Φοβισμένος ο Εξουσιαστής συμβουλεύτηκε ξανά τον θεολόγο του, ο οποίος τον καθησύχασε με τις ίδιες δικαιολογίες. Την ενδεκάτη Νοεμβρίου του 1718 πήγε στην εκκλησία ακολουθούμενος από τους ανθρώπους του λόγο του προσκυνήματος, και για να πάρει τα μέτρα για την οικοδομή. Τότε ο πρεσβύτερος γηραιότερος Μαρίνος Βούλγαρης Σακελλάριος (παρόντος του Πρωτόπαπα Σπυρίδων Βούλγαρη), με ταπεινή φωνή, παρακάλεσαν δεόμενοι άπαντες να μη κάνει τέτοια καινοτομία μήπως δε φανεί αρεστό στον Άγιο. Μόλις άκουσε αυτό ο Pisani τους φοβέρισε με θυμό ότι αν δεν υπακούσουν το θέλημα του θα τους στείλει σιδεροδέσμιους στη Βενετία να τους ρίξουν στα Καμαρώτα ώστε να μη ξαναδούν ποτέ τον ήλιο. Κατατρομαγμένοι από τις απειλές άνοιξαν τη λάρνακα του Αγίου και με παρεκκλίσεις ζήτησαν από τον Άγιο να εμποδίσει τον κακό σκοπό του ηγεμόνα.
Προς τα μεσάνυχτα που έφερναν τη δωδεκάτη μέρα, στην οποία θα ξεκινούσαν οι τεχνίτες να δουλέψουν, πέφτουν κεραυνοί και βροντές και αστραπές αλλεπάλληλες, τότε ο φύλακας της αυθεντικής Μοντετζίονος βλέπει έναν μοναχό με δαυλό αναμμένο στο χέρι να τον πλησιάζει. Ο φύλακας κατα τη συνήθεια τον ρώτησε << ποιος είσαι εσύ, και που ειπάγεις >> και επειδή δεν έλαβε απάντηση, σήκωσε το όπλο που κρατούσε για να τον αποκτείνει, τότε ο μοναχός αποκρίθηκε << εγώ είμα ο Σπυρίδων>> και τον άρπαξε από το χέρι και τον εξφενδώνησε έξω από τη Σπιανάδα, κοντά στην εκκλησία του Εσταυρωμένου, εκεί βρέθηκε όρθιος καθώς ήταν με το όπλο του. Και αμέσως μετά από αυτό άναψε η αποθήκη της Μοντετζίονος και η έξαψη αυτής ανέτρεψε όλες τις οικοδομές όπου ήταν μέσα στο καστέλλι, το παλάτι του ηγεμόνα και τα πάντα γύρω από αυτό.
Ο Pisani βρέθηκε νεκρός από δύο δοκάρια, όπου του περιέσφιγγαν τον τράχηλο, ο δε θεολόγος βρέθηκε έξω από το τοιχόκαστρο, μέσα στο χαντάκι από τις βρωμιές που συρρέουν από των απώπατων της πόλης, και πολύς λαός από την αυλή του ηγεμόνα, 900 ψυχές. Την ίδια στιγμή συνέβησαν άλλα δύο φοβερά πράγματα, η μεγάλη ασημένια κανδύλα που είχε κρεμάσει αφιερωμένη ο Πιζάνης μπροστά από το Άγιο λείψανο και αυτή την ίδια νύχτα έπεσε κάτω και συνετρίβει η βάση ενώ καμία άλλη δεν έπαθε το ίδιο, δεύτερον εκείνη την ώρα μια φλογερή σαϊτα από αστροπελέκι, χτύπησε τη προσωπογραφία του Πιζάνη στο παλάτι του, με τις ευάερες στοές και ανοιχτές αυλές, στη Βενετία και την έκαψε χωρίς να πάθει κακό τίποτε άλλο μέσα στην οικία.
Ο Δε Βιάζης δημοσιεύει κάποια ανέκδοτα έγγραφα σχετικά με την έκρηξη του 1718 χωρίς καμία αναφορά στην πεποίθηση των κερκυραίων ότι πίσω από την έκρηξη του φρουρίου κρυβόταν η θεοδικία του Αγίου. Το εμφανίζει ως τυχαίο γεγονός, απότοκο ακραίων μετεωρολογικών φαινομένων, ενώ ειρωνεύεται τον Πάριο, γράφοντας πως << η έκρηξη υπήρξε η αφορμή που έδωσε το έναυσμα στον κοσμημένο περισσότερο με φανατισμό παρά με ευλάβεια και υγιές κριτήριο Α. Πάριο να συνθέσει το πολύ γνωστό πονιματίδιο του <<Ουρανού κρίσις>>.
Ιωσήφ Σπυρίδων Δεβιάζης (1849 Κέρκυρα-1927 Ζάκυνθος) Λόγιος και ιστοριοδίφης. Απο το περιο- δικό Πινακοθήκη του 1902. |
Ο Δε Βιάζης βασίζει το σύγγραμα του σε ένα ανέκδοτο χρονικό (1703-1723) που είχε εντοπίσει στο αρχείο της καθολικής αρχιεπισκοπής και σήμερα δε διασώζεται, ενώ αναφέρεται και στο απόσπασμα του βιβλίου θανάτων του κωδ. 35 της καθολικής μητρόπολης. Περιγράφει τα γεγονότα και ολοκληρώνει το έργο του με την παράθεση της επιτύμβιας πλάκας του Πιζάνι στον καθολικό καθεδρικό ναό της Κέρκυρας. Χωρίς καμία διάθεση να εμηνεύσει τα γεγονότα και χωρίς καμία αρνητική εκτίμηση για το ρόλο του Αγίου Σπυρίδωνα, η παράλειψη του - εσκεμμένη ή όχι - να αναφερθεί στον πολιούχο της Κέρκυρας, έδωσε την αφορμή να κατηγορηθεί πως αμφισβητεί την παρέμβαση του Αγίου και να πέσει θύμα προπηλακίσεων και ξυλοδαρμού από μια ομάδα υποκινούμενων (κατ αυτόν), ένθερμων συμπολιτών του. Η απάντηση του δασκάλου του Αρχιμανδρίτη Αρσ. Πανδή είναι σκληρή και αμφισβητεί τα κίνητρα του με τη δήλωση << σπέρματα ζιζανίων υπάρχουσιν και νυν, αρεσκόμενα να διαταράττωσι την προχωρούσαν ομόνοιαν των εν Κερκύρα Ορθοδόξων και Λατίνων, και ευρίσκουσι κατάλληλα εις τους σκοπούς αυτών όργανα, αλλά εγώ προτρέπω τους συνετούς αμφότερων των μερών, να μη φανατίζονται, αλλά να προβαίνωσιν εις την αμοιβαία ευαγγελικήν αγάπη, ήτις διδάσκει, αγάπα και τους εχθρούς>>. Η παραίνεση του Πανδή, μάλλον αντίθετα αποτελέσματα έφερε και ο Δε Βιάζης, ανησυχώντας για την ασφάλεια του καταφέυγει μεταμφιεσμένος στη Ζάκυνθο, όπου ζούσαν συγγενείς της μητέρας του και δε θα επιστρέψει ποτέ στη γενέτειρα του.